Μαύρες τουλίπες καπνού
ανεβαίνουν στον ορίζοντα
Πόλεις νεκρές ξεχασμένες
στην έρημο στέκουν
Ερείπια σαν δόντια νεκρού
σαπισμένα ορθώνονται
Σιωπή τυλίγει τους δρόμους
ενός κόσμου χαμένου
Η εγκατάλειψη ουρλιάζει
Στους τοίχους ο άνεμος μαίνεται
Σκιές περπατούν
και τους δρόμους σκεπάζει ομίχλη
Εκεί που η ζωή μια εποχή
τον κόσμο τους γέμιζε
Τώρα η σιωπή σα στοιχειό
το κενό τους γεμίζει
Σε δυο κόσμους ανάμεσα
κινείται μια ανάμνηση
Μιας άλλης ζωής φωτεινής
λαμπρής και γεμάτης
Ενός λαού δυνατού
περήφανου κι ένδοξου
Που έχασε το σκοπό
την πίστη κι αγάπη
Περνώ μέσα απ΄ τους δρόμους
κοιτώ τα ερείπια
Και βλέπω και πάλι τη λάμψη
στα χαλάσματα λάμπει
Αυτό που νομίζεις νεκρό
Σε κοιτάζει κατάματα
Σου γνέφει και σε προσκαλεί
Από απέραντα βάθη
Θα 'ρθει ξανά η εποχή
που θα δεις να υψώνονται
Πύργοι και δρόμοι τρανοί
με αυλές και με κήπους
Νέα ζωή θε ν' ανθίσει
εκεί που είν' ο θάνατος
Φωνές παιδικές θα ακουστούν
κι η χαρά θα ξανάρθει